Βόσκοντας τις αγελάδες του Μεχμέτ

Μεγάλωσα σε μια γεωργική οικογένεια, δεξιά από στο σπίτι μας είχαμε το στάβλο με τις αγελάδες. Αριστερά ήταν το σπίτι του θείου μου, αδερφού του πατέρα μου. Τις δυο αυλές τις χωρίζει ένας φράχτης που σε ένα σημείο έχουμε μια βρύση που τη χρησιμοποιούμε και οι δυο οικογένειες και όχι μόνο. Σε αυτή τη βρύση έφερνε ο θείος μου Μιλτιάδης τις αγελάδες του να πιούν νερό. Την ώρα που έπιναν νερό, ο θείος μου σφύριζε στις αγελάδες και καθόμουν και άκουγα το σφύριγμα του. Θ θείος μου, μου είχε πει, ότι αρέσει στις αγελάδες αυτό το σφύριγμα και ότι είναι πιο ήρεμες έτσι. Σήμερα ανακαλύψαμε ότι αν βάλουμε κλασική μουσική στις αγελάδες δίνουν περισσότερο γάλα. Ένα από τα πράγματα που θυμάμαι, πριν φύγω από το χωριό στα δέκα μου το 1979 είναι ότι είχα πάει με τον μεγαλύτερο ξάδερφο μου για βοσκή τις αγελάδες.

Ο πατέρας μου Πέτρος Σαϊνατούδης, ήταν έμπορος, πουλούσε τριφύλλια. Μου άρεσε να πηγαίνω μαζί του στα παζάρια. Μέσα από αυτά τα ταξίδια με τον πατέρα μου, γνώρισα πολλούς κτηνοτρόφους και μπήκα σε πολλά σπίτια κτηνοτρόφων.

Το 1988 πέρασα στα ΤΕΙ Θεσσαλονικης, σχολή Γεωπονίας, τμήμα Ζωικής Παραγωγής.

Το 1998 ζούσα στη Κάρπη του νομού Κιλκίς. Εκεί είχα κότες, λίγα κατσίκια, χήνες, ένα γουρουνάκι και  ένα γαϊδουράκι την Κατερίνα. Όταν κατέβαζα τις κατσίκες στο ποτάμι για βοσκή, πηγαίναμε όλοι μαζί, εγώ μπροστά πίσω οι κατσίκες, οι χήνες, το γουρουνάκι και στο τέλος η Κατερίνα το γαϊδουράκι μου. Τα μόνα ζώα που έδενα ήταν οι κατσίκες. Οι χήνες το γαϊδούρι το γουρουνάκι  ήταν ελευθέρα.

Το εντυπωσιακό με το γουρουνάκι που είχα είναι ότι ανέβαινε τις σκάλες του σπιτιού, κοντά στα δέκα σκαλιά και κοιμόταν μπροστά από την πόρτα στο πατάκι όπως κάνουν τα σκυλιά.

Το Σεπτέμβριο του 1999, είχα πάει ως τσομπάνης σε έναν κτηνοτρόφο με αγελάδες. Αυτός είχε πολλές αγελάδες και εκείνη την εποχή ήθελαν προσοχή για να μην πάνε στα κάστανα. Έτσι πήγα και εγώ να τον βοηθήσω. Δεν μπορώ να πω ότι τα κατάφερα και πολύ, μάλιστα ένας από το χωριό με θεωρούσε υπεύθυνο γιατί πήγαν οι αγελάδες στα κάστανα του και μου φώναζε, να φύγω από το χωριό τους.

Ήταν μια περίοδος που ήμουν πολύ πιεσμένος και όντος ήθελα να φύγω από την Κάρπη. Έτσι εμφανίστηκε το Σουμάκ μπροστά μου όπως έχω πει σε μια προηγούμενη ιστορία μου.

Στο Σουμάκ όλοι οι κάτοικοι ήταν κτηνοτρόφοι, είχαν πρόβατα, ένας ή δυο αν θυμάμαι καλά είχαν κατσίκια, όλοι όμως είχαν αγελάδες. Ακολουθούσαν αυτό που έλεγαν οι παλιοί: μια  αγελάδα ήταν για το γιατρό.

Μια μέρα ο Μεχμέτ έπρεπε να πάει κάπου και μου ζήτησε να πάω εγώ τις αγελάδες για βοσκή, μετά θα γύριζα και θα έτρωγα στο σπίτι του. Αυτό το σύστημα το έκανα και στο Δασωτό. Βοηθούσα τον μπάρμπα Λευτέρη, στις εργασίες του και μετά έτρωγα στο σπίτι του.

  • Εντάξει,
  • Εντάξει.

Θεωρούσα ότι ήταν κάτι πολύ απλό, πολύ απλά μου τα είπε και ο Μεχμέτ. «Θα μπουν μπροστά οι αγελάδες, ξέρουν το δρόμο τους» εγώ ξέρω που θα τις πάω, όλα καλά.

Πήγα το πρωί στην ώρα που είπαμε στο σπίτι τους, μπήκαν μπροστά οι αγελάδες εγώ από πίσω και ξεκινήσαμε.

Όταν επέστρεψα στο σπίτι είχε περάσει πολύ ώρα, οι άνθρωποι είχαν ανησυχήσει για το τι μου συνέβηκε.

Δεν θυμάμαι ακριβώς τι λάθος είχα κάνει αλλά οι αγελάδες μπήκαν σε άλλο μονοπάτι από αυτό που έπρεπε να πάνε και μετά τις κυνηγούσα μέσα στο βουνό. Τελικά τις πήγα εκεί που έπρεπε αλλά με παρά πολύ κόπο και απίστευτη ταλαιπωρία.

Μια άλλη φορά μου είπε ο Μεχμέτ να πάω τα πρόβατα για βοσκή, αυτός έπρεπε να κατεβεί στις Σάπες. Πιθανών είμαι ο πρώτος και μοναδικός χριστιανός που έχω εργαστεί ως τσομπάνης σε Πομάκο. Αυτό το λέω γιατί οι Πομάκοι, τους μόνους χριστιανούς με τους οποίους έρχονταν σε επαφή στην περιοχή τους ήταν δάσκαλοι και αστυνομικοί. Ο όρος «χριστιανός» είναι για να μπορέσουμε να συνεννοηθούμε.

Στο Σουμάκ έκανα κάποιες απόπειρες να έχω κότες αλλά δεν τα κατάφερα. Μια τα κουνάβια, μια τα γεράκια, οι κότες μου γίνονταν τροφή για τα άγρια ζώα. Έτσι παράτησα την ιδέα να ασχοληθώ με αγροτικά ζώα.

Ο λόγος για τον οποίο ασχολιόμουν με τα αγροτικά ζώα ήταν γιατί ήθελα να εκπαιδευτώ στο να έχω μεγάλο βαθμό αυτάρκειας. Τα ζώα όμως θέλουν να είσαι εκεί, πρωί και βράδυ. Δεν έχουν Κυριακές (για τους χριστιανούς), Παρασκευές (για τους μουσουλμάνους, μέρα προσευχής που πένε στο τζαμί. Στο Σουμάκ πήγαινα και εγώ στο χωριό, τη Χλόη μια που ήταν μια ευκαιρία να συναντήσω κάποιους ανθρώπους). Τα ζώα δεν ξέρουν από γιορτές, θέλουν τροφές, νερό και φροντίδα και θέλουν και ένα άτομο ακόμη, μόνος δεν είναι εύκολο να συντηρήσεις ζώα.

Το 2001 μέσα από ένα βιβλίο την Τζέιν Γκούντολ, αποφάσισα να γίνω χορτοφάγος ως μια δική μου εσωτερική ανάγκη. Αυτό το γράφω γιατί το 1995, στο Δασωτό για ένα μικρό διάστημα είχα γίνει χορτοφάγος περισσότερο για πολιτικούς λόγους. Για τη μεταφορά ενέργειας από τη μια μεριά του πλανήτη στην άλλη, για τα δικαιώματα των ζώων κ.λ.π. Το διάστημα ήταν σύντομο, ήμουν πολύ φανατικός και αγενής προς τους ανθρώπους που κατανάλωναν κρέας.

Τις σπουδές μου στο ΤΕΙ τις παράτησα, είχα αντίδραση στο να μάθω να κάνω συγχρονισμό ίστρου των ζώων, να μάθω τεχνική σπερματέγχυση κ.λ.π. Παρέδοσα την πτυχιακή  μου εργασία, «φυσικά συστήματα καθαρισμού αποβλήτων» και έφυγα στο Δασωτό.

Δεν ξέρω αν θα συνεχίσω να είμαι χορτοφάγος σε όλη μου τη ζωή, έχω μια φίλη που για 30 χρόνια ήταν χορτοφάγοι και σήμερα καταναλώνει κρέας και μου λέει ότι κάνω λάθος που δεν τρώω κρέας.

Η ζωή φέρνει γυρίσματα και δεν είναι για μεγάλες κουβέντες.

 

Scroll to Top