Τον Οκτώβριο του 1999 ξεκινήσαμε μια παρέα από τη Δράμα να πάμε στο Πραγγί Διδυμοτείχου. Τότε ζούσα στην Κάρπη του νομού Κιλκίς αλλά είχα αποφασίσει ότι θα φύγω.
Φτάνοντας στο Πραγγί, μέσα από μια σειρά συμπτώσεων, βρεθήκαμε να ταξιδεύουμε για τη Χλόη. Η Χλόη είναι ένα Πομακικό χωριό στον νομό Ροδόπης. Ο σκοπός του ταξιδιού μας να βρούμε έναν καλλιεργητή, παραδοσιακής πατάτας.
Από το Πραγγί πήγαμε στη Ρούσα, περάσαμε από τον Τεκέ της Ρούσας, ένα πολύ ιδιαίτερο μέρες των μπεκτασίδων μουσουλμάνων. Συνεχίσαμε για το Χίλια, μια τοποθεσία όπου οι πομάκοι στις αρχές του Αυγούστου οργανώνουν ένα πολύ μεγάλο πανηγύρι. Μετά περάσαμε από το Σουμάκ, έναν οικισμό με διάσπαρτα σπίτια δεξιά και αριστερά του χωματόδρουμου. Καθώς περνούσαμε από το Σουμάκ η καρδιά μου χτυπούσε πολύ ιδιαίτερα. Ένιωθα μια συγκίνηση και είπα: τι μέρος είναι αυτό; εδώ θα έρθω να ζήσω.
Μέσα σε τρις εβδομάδες, μέσα από απίστευτες συμπτώσεις βρέθηκα να έχω νοικιάσει σπίτι στο Σουμάκ.
Στο Σουμάκ ολοκλήρωσα ένα μεγάλο κύκλο αναζητήσεων για τους παραδοσιακούς σπόρους και για τη ζωή μου. Ήταν το «μεταπτυχιακό» μου όπως είπε κάποιος φίλος.
Το σπίτι που νοίκιασα είχε φτιαχτεί απ’ όλο το χωριό με εθελοντική εργασία. Ήταν με χωμάτινο πάτωμα και η σκεπή του με πέτρινες πλάκες. Όλα τα υλικά του ήταν από τη γύρω περιοχή. Είχε όλα αυτά για τα οποία εμείς συζητάμε.
Το 1999 στο Σουμάκ δεν υπήρχε ηλεκτρικό ρεύμα, δεν υπήρχαν τηλεοράσεις, δεν υπήρχε τηλέφωνο, δεν υπήρχε δίκτυο ύδρευσης ούτε δίκτυο αποχέτευσης.
Μόνο ένας χωματόδρομος!!!
Παρόλα αυτά ζούσαν άνθρωποι εκεί με τις οικογένειες τους, τα παιδιά τους, τα ζώα τους κ.λ.π.
Έζησα και εγώ εκεί, μέσα από μια δύσκολη συγκυρία μιας οικογένειας, μια ασθένεια, η οικογένεια μου άνοιξε την πόρτα του σπιτιού της, για να τους βοηθήσω στην επαφή τους στο νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης. Έτσι γνώρισα από μέσα την κοινότητα και εργάστηκα μαζί τους για ένα χρόνο σε όλο τον κύκλο των εργασιών τους.
Στο κτήμα που έζησα υπήρχε μια πυγή για να παίρνω νερό.
Ήταν κατασκευασμένη σε ένα χαμηλό σημείο του κτήματος, είχαν σκάψει μια τρύπα που την έντυσαν με πέτρες. Οι πέτρες δεν είχαν κάποιο συνδετικό υλικό για να μπορεί να περνάει το νερό από ανάμεσα τους.
Η πυγή αυτή είχε συνέχεια νερό, μόνο το καλοκαίρι είχε πρόβλημα με την πολύ ζέστη. Από αυτή την πηγή έπιναν νερό οι αγελάδες, έπαιρνα εγώ για να πιο, να κάνω μπάνιο και να ποτίσω τα φυτά μου. Μια φορά το μήνα περίπου την καθάριζα από χόρτα, βατράχια κ.λ.π.
Αυτή είναι μια παραδοσιακή τεχνική που εφαρμόζουν στην περιοχή για το πώς να έχουν νερό στα κτήματα τους.
Το 1999 ήταν η εποχή όπου ο κόσμος είχε την «τρέλα του χρηματιστηρίου». Μια μέρα ήμουν χαλαρός και παρατηρούσα τις αγελάδες, ήταν τόσο ήρεμες και χαλαρές. Έτρωγαν το χορτάρι χωρίς να νοιάζονται για το αν ανέβηκαν ή αν κατέβηκαν οι μετοχές!!!
Η άλλη τρέλα που επικρατούσε εκείνη την εποχή ήταν, το τέλος του κόσμου. Πρόσεχα τους Πομάκους και τους έβλεπα να είναι πολύ ήρεμοι ως αδιάφοροι για το θέμα. Κάποια στιγμή τους ρώτησα τι λέτε εσείς για το «μιλένιουμ» και μου είπαν: εμείς ακολουθούμε άλλο ημερολόγιο. Τότε συνειδητοποίησα ότι όλα τα πράγματα στο μιαλό μας είναι και πως τα ορίζουμε: καλά, άσχημα, χαρούμενα, τέλος, αρχή, μαύρο, άσπρο κ.λ.π.
———————————————————————————————————————
Είναι η πρώτη φορά που δημοσιεύω κείμενα σχετικά με τη ζωή μου στο Σουμάκ. Αυτό το κάνω γιατί θεωρώ ότι κάποια πράγματα που έζησα και γνώρισα μπορεί να βοηθήσουν πιθανών κάποιον από εσάς, στην υγειονομική, οικονομική, κοινωνική, και γεωργική κρίση που ζούμε.