Ένα είδος από την αρχαιότητα που κινδυνεύει να χαθεί
Η ρόβη καλλιεργείται από τους αρχαίους χρόνους στην Ελλάδα, όπως αποδεικνύουν αρχαιολογικά ευρήματα. Την ονόμαζαν όροβο και ο Διοσκουρίδης, που έζησε από το 40-90 μ.Χ., αναφέρεται στην ιατρική της χρήση και στις επιπτώσεις στην υγεία. Τα προπολεμικά χρόνια ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένη ενώ μετά τον πόλεμο η καλλιέργεια της συνεχίστηκε σε απομονωμένα μέρη. Καλλιεργούνταν σε άγονα φτωχά εδάφη και διακρίνεται για την αντοχή της στην ξηρασία και την προσαρμοστικότητα της σε διαφορετικά κλιματικά περιβάλλοντα, από νησιωτικά έως ορεινά.
Η επιστημονική της ονομασία είναι Vicia ervilia και ανήκει στα ψυχανθή. Αυτό σημαίνει ότι έχει την ικανότητα να δεσμεύει στο ριζικό της σύστημα άζωτο από την ατμόσφαιρα και να βελτιώνει την γονιμότητα του εδάφους. Η ρόβη είναι κτηνοτροφικό φυτό και χρησιμοποιούνταν για τη διατροφή των αγροτικών ζώων είτε σαν καρπός είτε σαν σανός ανάλογα την περιοχή. Αναγνωρίζονταν από τους αγρότες ο ιδιαίτερα δυναμωτικός της ρόλος για τα ζευγάρια, δηλαδή τα ζώα που όργωναν τα χωράφια. Όμως περιέχει και αντιθρεπτικούς παράγοντες, όπως κυανογόνα γλυκοζίδια, καναβανίνη και αναστολείς τριψίνης, που μπορεί να βλάψουν τα ζώα. Γι’ αυτό οι αγρότες εμπειρικά έχουν βρει μια δοσολογία που δεν τα βλάπτει.
Σήμερα η εξάπλωση της έχει περιοριστεί σε πολύ λίγες περιοχές. Την καλλιεργούν μέλη του Δικτύου του Πελίτι στην Ιθάκη, στο νομό Αρκαδίας, Λευκάδας και Χανίων . Επίσης καλλιεργείται στα Γρεβενά και στη Λήμνο, όπου εμφανίζεται και σαν ζιζάνιο σε καλλιέργεια φακής.
Επειδή η ρόβη δεν έγινε αντικείμενο εμπορικής σποροπαραγωγής, ώστε να συγχέεται η προέλευση του σπόρου, μπορεί να υποθέσει κάποιος βάσιμα ότι οι τοπικές ποικιλίες, που ακόμα καλλιεργούνται και άλλες που φυλάσσονται σε Τράπεζες Γενετικού Υλικού, περιέχουν όλη την εξέλιξη και την προσαρμογή του είδους από τα αρχαία χρόνια μέχρι σήμερα. Πάντως η καλύτερη προστασία της ρόβης είναι η καλλιέργεια της αφού της επιτρέπει να συνεξελίσσεται με τις κλιματικές συνθήκες.
Θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε όλους αυτούς που δώσανε πληροφορίες και στείλανε σπόρους. Η προσπάθεια καταγραφής καλλιεργητών ρόβης συνεχίζεται. Γι’ αυτό παρακαλούνται όσοι γνωρίζουν κάτι σχετικό να επικοινωνήσουν στο τηλέφωνο 2105294914.
Ροίκος Θανόπουλος
Γεωπόνος
Πηγές
Δαλιάνης Κ. Δ. 1983. Ψυχανθή για καρπό και σανό. Αθήνα. Καββάδας Δ. 1964. Φυτολογικό Λεξικό, Τόμος 7 – Εκδόσεις Πήγασος Αθήνα.
Παπακώστα-Τασοπούλου Δ. 2005. Ψυχανθή (Καρποδοτικά-Χορτοδοτικά) Ειδική Γεωργία (Τεύχος Β’). Σύγχρονη Παιδεία, Θεσσαλονίκη.
Η άποψη του κ. Νεκτάριου Φραγκιουδάκηγια φυτά όπως το ρόβη.
Η κτηνοτροφία στα νησιά αγοράζει σε πολύ υψηλές τιμές τόσο τις συμπυκνωμένες ( σιτάρι , κριθάρι , σόγια κτλπ ) όσο και τις χονδροειδείς ζωοτροφές ( άχυρο , σανό ).
Η επιστήμη της διατροφής των ζώων στην Ελλάδα, τα τελευταία 30 χρόνια επικεντρώθηκε σε μοντέλα διατροφής με την χρήση καλαμποκιού , χειμερινών σιτηρών και σόγιας ενώ για τις χονδροειδείς ενσιρώματα και τριφύλλια . Τα μοντέλα αυτά είναι πολύ καλά για την εκτροφή και την διατροφή των ζώων στην Ηπειρωτική Ελλάδα. Άλλωστε η Ηπειρωτική Ελλάδα σε αντίθεση με τα νησιά παράγει αγαθά σε ποσότητες (αγελαδινό γάλα , μοσχαρίσιο κρέας , βιομηχανικό κοτόπουλο , φέτα κ.ο.κ)
Τα προϊόντα των νησιών αναδειχθήκαν έγιναν γνωστά στο ευρύ κοινό με τον τουρισμό και το καθεστώς των ΠΟΠ προϊόντων καθώς και μέσα από τις αλυσίδες των supermarket . Η τουριστική κίνηση στα νησιά έγινε πολύ μεγάλη τα τελευταία 20 χρόνια, πράγμα που αύξησε την ζήτηση των ντόπιων κτηνοτροφικών προϊόντων. Τα προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης έδωσαν την ευκαιρία να αναπτυχθούν μονάδες κτηνοτροφικές και σύγχρονα τυροκομεία .
Σ αυτή την ζήτηση οι κτηνοτρόφοι αντέδρασαν ( όχι με βελτίωση των εκτροφών τους και τον καλλιεργειών τους ) αλλά με αύξηση πληθυσμών των ζώων και εισαγωγή πρώτων υλών. Σ αυτό βοήθησαν και οι επιδοτήσεις.
Τα αποτελέσματα γνωστά υπερβόσκηση , ερημοποίηση στην αρχή και τώρα πολύ αυξημένο κόστος παραγωγής υπερχρέωση και αδιέξοδο.
Αν θέλουμε λοιπόν να βελτιώσουμε τους δείκτες μας πρέπει να στραφούμε λίγο πίσω και να βελτιστοποιήσουμε τα παλιά μοντέλα εκτροφής και καλλιέργειας.
Τα νησιά είχαν αναπτύξει ξηροθερμικές καλλιέργειες. Ποικιλίες δημητριακών ανθεκτικές στην ξηρασία, χαμηλών απαιτήσεων σε θρεπτικά συστατικά με ψηλά στελέχη για την παραγωγή μεγάλης ποσότητας χαρτομάζας . Πρωτεινούχες καλλιέργειες ξηροθερμικές επίσης όπως το ρόβι , το λούπινο, ρεβίθι , λαθούρι .
Η αμειψισπορά κρατούσε την γονιμότητα των εδαφών ενώ η συγκαλλιέργεια π.χ ελιά και όσπρια έδινε την δυνατότητα αύξησης της καλλιεργήσιμης γης.
Την εποχή των επιδοτήσεων οι καλλιέργειες και οι τεχνικές αυτές μπήκαν στην άκρη στην Ελλάδα . Η σποροπαραγωγή τους άλλωστε είναι πολύ δύσκολή μια και τα νησιά δεν έχουν θεριζοαλωνιστικές ενώ οι κλήροι είναι μικροί.
Το κενό αυτό ίσως είναι καλή ευκαιρία να αναβιώσουν παλιές ποικιλίες δίνοντας μια πραγματική διέξοδο στους καλλιεργητές.
Το Ισραήλ χρησιμοποιεί σαν πηγή πρωτεΐνης το ρόβι για την κτηνοτροφία .
Η Γαλλία το κουκί και το μπιζέλι.
Οι Ιταλοί το λούπινο και μπιζέλι.