Ιστορίες γύρω από τη φωτιά.

Η φωτιά στην αρχαιότητα ήταν ιερή. Ήταν αυτή που ένωνε τους ανθρώπους γύρω της για να πουν τους μύθους και τις ιστορίες. Για να ζεσταθούν, για να φάνε, για να εξαγνίσουν το παρελθόν, κ.λ.π.

Η εστία έκαιγε σε κάθε σπίτι.

Η φωτιά εξαγνίζει, καθαρίζει, φέρνει την αλλαγή.

Σήμερα άναψα και εγώ μια φωτιά για να σας πω κάποιες ιστορίες μου.

Από μικρός καλός ή κακός δεν περπατούσα στο μονοπάτι που περπατούσαν τα άλλα παιδιά της ηλικία μου.

Εχθές (25/3/2022) ήμουν στο σπίτι της μητέρας μου και λέγαμε ιστορίες από τα παλιά. Λέγαμε που πήγαινα το χειμώνα στο λύκειο χωρίς να φοράω κάλτσες και οι καθηγητές μου, έλεγαν στη μητέρα μου «εσείς είστε η μητέρα του Σαϊνατούδη, που έρχεται ξυπόλυτος στο σχολείο». Λέγαμε που επέστρεφα το βράδυ στο σπίτι με τα παπούτσια στο χέρι, διέσχιζα όλη  την Εγνατία ξυπόλυτος. Που χόρευα στο δρόμο κ.α. τα λέγαμε και γελούσαμε.

Το 1994, ζώντας στο Δασωτό Κ. Νευροκοπίου ήμουν σε μια δύσκολη φάση στη ζωή μου, μοιραζόμουν τα ζόρια μου με κάποιους φίλους και αναρωτιόμουν γιατί συμβαίνουν όλα αυτά τα πράγματα σε μένα και έθετα το ερώτημα γιατί π.χ δεν συμβαίνουν στο Γιώργο. Η φίλη μου η Σούλα με μια απλότητα μου λέει: Παναγιώτη, τα τραβάς. Δεν ξέρω αν η Σούλα συνειδητοποίησε τι μου είπε, αλλά εγώ φωτίστηκα.

Ναι, εγώ ήμουν ο δημιουργός των καταστάσεων που ζούσα, εγώ έστηνα το σενάριο. Μου πήρε καιρό να το συνειδητοποιήσω, αλλά τελικά τα κατάφερα, πέρασα τις εξετάσεις, δεν πήγαν τσάμπα χιλιάδες ώρες ώτο στοπ.

Δεκαπέντε χρόνια ταξίδευα με ώτο στοπ, ως βασικό μέσο μετακίνησης μου.  Για πρώτη φορά έκανα ώτο στοπ στα δεκαπέντε μου, με τη φίλη μου την Τάνια. Κάναμε το γύρω του δεύτερου ποδιού στη Χαλκιδική. Όταν σπούδαζα στα ΤΕΙ πήγαινα και ερχόμουν με ώτο στοπ. Συνάντησα χιλιάδες ανθρώπους, άκουσα ιστορίες, μοιράστηκα τις δικές μου. Δεν κινδύνευσα ποτέ, ούτε στην Ελλάδα ούτε στο εξωτερικό.

Το 1990 είχα πάει στην Αγγλία σε μια κοινότητα για να κάνω την πτυχιακή μου εργασία. Την Κυριακή που δεν εργαζόμουν πήγα στην κοντινή πόλη για βόλτα. Δεν είχε όμως λεωφορείο για να επιστρέψω, κάτι που δεν το ήξερα. Οπότε βγήκα στο δρόμο για να κάνω ώτο στοπ. Με είδε ένας κύριος που κινιόταν στο απέναντι ρεύμα, ήρθε στο δικό μου με ρώτησε που πηγαίνω και προσφέρθηκε να με πάει στην κοινότητα που φιλοξενούμουνα. Του προσφέραμε ένα τσάι, τον ευχαρίστησα και έφυγε, έτσι απλά.

Το 1987 ενηλικιώθηκα, το πρώτο πράγμα που έκανα ήταν να πάω να βγάλω διαβατήριο. Το καλοκαίρι, με τη φίλη μου την Καλλιόπη, που ζούσε στη Βιέννη πήγαμε παρέα στην Αυστρία. Μετά την Αυστρία συνέχισα μόνος μου, το ταξίδι μου ως την Ιρλανδία. Στο Κόρκ, ένα λιμάνι που συνδέει την Ιρλανδία με τη Γαλλία, ήμουν πλέον χωρίς καθόλου χρήματα. Είχα εισιτήριο να φτάσω στη Θεσσαλονίκη, μαζί με έναν Γερμανό, βάλαμε ότι ψηλά είχαμε στα πορτοφόλια μας και βγάλαμε τα χρήματα για τους φόρους στο καράβι. Πλησιάζοντας στο Λε Χέβρ της Γαλλίας, ήρθε δίπλα μου ένας Γιαπωνέζος, πιάσαμε κουβέντα και μου είπε «θα σου πληρώσω εγώ το εισιτήριο του λεωφορείου για το Παρίσι», τον ευχαρίστησα και δόξασα το θεό.

Έφτασα στη Θεσσαλονίκη μετά από ένα μεγάλο ταξίδι σε χώρες της Ευρώπης, έχοντας κοιμηθεί σε πάρκα και σε ότι πιο κακόφημο μέρος υπάρχει στην Αγγλία, στο λιμάνι του Κόρκ, στο σταθμό των τραίνων στη Βενετία σε μέρες απεργίας κ.α δεν ένιωσα καμιά απειλή. Φτάνοντας στο σταθμό των τραίνων στη Θεσσαλονίκη ένα αυτοκίνητο με πήρε από πίσω. Κουρασμένος, βρόμικος, και με ένα μεγάλο σάκο στην πλάτη. Δεν κινδύνεψα στην Ευρώπη και κινδύνεψα έξω από το σπίτι μου στη Θεσσαλονίκη.

Σήμερα συμπληρώνω 53 χρόνια ζωής.

Ευχαριστώ τους προγόνους μου, που με βοήθησαν να γίνω αυτό που είμαι σήμερα.

Ευχαριστώ όλους τους ανθρώπους που πορευτήκαμε παρέα.

Ζητάω συγνώμη από τους ανθρώπους που τους πλήγωσα.

Καλωσορίζω όλους τους ανθρώπους που θα γνωρίσω από δω και πέρα.

Εύχομαι καλή συνέχεια σε όλους.

Μια αγκαλιά και φιλιά

Παναγιώτης Σαϊνατούδης

Scroll to Top