Κοινή επιστολή προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή:
Ένα κοινό όραμα για την καλλιεργούμενη φυτική βιοποικιλότητα
15 Απριλίου 2021
Αγαπητέ Εκτελεστικέ Αντιπρόεδρε Frans Timmermans,
Αγαπητή Επίτροπε Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων Στέλλα Κυριακίδη,
Αγαπητέ Επίτροπε Γεωργίας Janusz Wojciechowski,
Αγαπητέ Επίτροπε για το Περιβάλλον, τους Ωκεανούς και την Αλιεία Virginijus Sinkevičius
Τις επόμενες ημέρες η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα δημοσιεύσει μια μελέτη σχετικά με τις δυνατότητες επικαιροποίησης της υφιστάμενης νομοθεσίας που αφορά στην παραγωγή και εμπορία φυτικού αναπαραγωγικού υλικού [1]
Στο πλαίσιο των πιθανών αλλαγών στη νομοθεσία, εμείς, ως ασχολούμενοι με την καλλιεργούμενη βιοποικιλότητα:
εκπροσωπώντας εκείνους που κρατούν σπόρο, τους κηπουρούς, τους αγρότες, τους βελτιωτές, τους προμηθευτές σπόρων, τους παραγωγούς τροφίμων καθώς και τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, που εκτιμούν και συνεργάζονται με την γενετική ποικιλότητα των καλλιεργούμενων φυτών ·
ορίζοντας την καλλιεργούμενη βιοποικιλότητα των φυτών ως την ποικιλία των ειδών, των φυτικών ποικιλιών και της γενετικής ποικιλότητας στο εσωτερικό κάθε ποικιλίας συμπεριλαμβανομένων των παραδοσιακών γνώσεων που σχετίζονται με την καλλιέργεια και τη χρήση τους.
Εργαζόμενοι πολλές φορές ταυτόχρονα, στη χρήση, την ανάπτυξη και την παραγωγή της καλλιεργούμενη φυτικής ποικιλότητας, αποτυπώνουμε το κοινό μας όραμα για την καλλιέργεια της φυτικής ποικιλότητας στην Ευρώπη
Γιατί χρειαζόμαστε αλλαγή;
Οι υφιστάμενοι κανόνες για την παραγωγή και εμπορία σπόρων ευνοούν την ομοιομορφία και την βραχυπρόθεσμη
παραγωγικότητα εις βάρος της καλλιεργούμενης φυτικής ποικιλότητας, του περιβάλλοντος, καθώς και της ποικιλίας των ασχολούμενων με την ανάπτυξη των σπόρων και τη διάθεσή τους. Παραμελούν το δικαίωμα στο σπόρο που στηρίζεται στο διεθνές δίκαιο, ιδίως στη Διακήρυξη των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα των Χωρικών και Άλλων
Ανθρώπων που εργάζονται σε αγροτικές περιοχές (UNDROP) και στη Διεθνή Συνθήκη για τους Φυτικούς Γενετικούς Πόρους για Τρόφιμα και γεωργία (ITPGRFA) και κατατάσσουν τους ασχολούμενους σε τεχνητές κατηγορίες «χρηστών» και «παραγωγών» σπόρων. Η διατήρηση, η βιώσιμη χρήση και η δυναμική διαχείριση της ποικιλίας των καλλιεργούμενων φυτών στους κήπους και τα χωράφια μπορούν να συμβαδίζουν.
Υπό το πρίσμα των κρίσεων για το κλίμα και τη βιοποικιλότητα, χρειαζόμαστε πολιτικές που αναγνωρίζουν, προστατεύουν και υποστηρίζουν το δυναμικό της καλλιεργούμενης φυτικής ποικιλότητας προκειμένου να προωθηθούν ανθεκτικά διατροφικά συστήματα και να διασφαλιστεί η μελλοντική μας επισιτιστική ασφάλεια. Η καλλιεργούμενη φυτική ποικιλότητα είναι το θεμέλιο για την απαραίτητη προσέγγιση της γεωργικής παραγωγής με βάση το οικοσύστημα, ώστε να οδηγηθούμε στη μετάβαση των διατροφικών συστημάτων και να αντιστραφεί η απώλεια βιοποικιλότητας.
Η πανδημία Covid-19 ενίσχυσε αυτήν την ανάγκη, δείχνοντας ότι η πολυμορφία αποτελεί αναμφίβολα κεντρική προϋπόθεση για υγιή οικοσυστήματα και υγιεινή διατροφή, και ότι οι μικρές αλυσίδες εφοδιασμού ενισχύουν την ανθεκτικότητα της δικής μας παραγωγής τροφίμων έναντι εξωτερικών σοκ. Έχει επίσης οδηγήσει σε αύξηση της ζήτησης για τοπικά προσαρμοσμένους σπόρους ανοιχτής επικονίασης, καθώς και για την προμήθεια προϊόντων απευθείας από τον καλλιεργητή. Η τοπική βελτίωση, παραγωγή και δυναμική διαχείριση των σπόρων, καθώς και η ποικιλία της εμπορικής προσφοράς σπόρων, παρέχουν στους αγρότες αξιόλογες ευκαιρίες για την αξιοποίηση αυτής της αυξανόμενης ζήτησης, για παράδειγμα προσφέροντας βιολογικά προϊόντα, παραδοσιακές ποικιλίες, παραμελημένα και υπο-χρησιμοποιούμενα είδη ή / και τοπικές σπεσιαλιτέ.
Ωστόσο, το ισχύον κανονιστικό πλαίσιο αποτυγχάνει για τους αγρότες και τους καλλιεργητές που λειτουργούν εκτός βιομηχανικής γεωργίας, για παράδειγμα, αγρότες που εργάζονται σε αγρο-οικολογικές ή πιστοποιημένες βιολογικές συνθήκες, αγρότες που θέλουν να εργαστούν με σπόρους ανοιχτής γονιμοποίησης ή / και αγρότες, που εργάζονται σε μικρές εκτάσεις έχοντας στενούς δεσμούς με τους τελικούς καταναλωτές, καθώς απλώς στερούνται πρόσβασης σε επαρκείς σπόρους προσαρμοσμένους στις ανάγκες τους και τα τοπικά περιβάλλοντα παραγωγής. Λαμβάνοντας υπόψη τις πολλές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η γεωργία, είναι απαράδεκτο το πλαίσιο εμπορίας σπόρων να κάνει διακρίσεις εις βάρος των αγροτών και των καλλιεργητών που επιθυμούν να αναζητούν εναλλακτικές λύσεις που χαρακτηρίζονται από πρακτικές φιλικές προς το περιβάλλον και το κλίμα.
Κάθε μεταρρύθμιση της νομοθεσίας για την εμπορία σπόρων πρέπει να προωθεί τις στρατηγικές της ΕΕ για την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, τη Βιοποικιλότητά, και την, Από το Αγρόκτημα στο Πηρούνι, στρατηγική, καθώς και τους στόχους της ΕΕ για την κλιματική αλλαγή, προωθώντας τα δικαιώματα των αγροτών στο σπόρο και προωθώντας σπόρους, που λόγω της γενετικής τους ποικιλομορφίας διευκολύνουν τις πρακτικές χαμηλών εισροών, τις βιολογικές και αγρο-οικολογικές καλλιέργειες. Πρέπει να σέβεται και να υποστηρίζει τις σημαντικές εξελίξεις του νέου Κανονισμού Βιολογικής Γεωργίας, και επίσης να αναγνωρίζει τις σημαντικές και δαπανηρές επιβαρύνσεις που επιβάλλονται στην παραγωγή και μεταφορά σπόρων στο πλαίσιο του νέου Κανονισμού για την Φυτο-υγεία, ιδίως για τους μικρότερους παραγωγούς. Πρέπει να συνάδει με τις δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί βάσει του ITPGRFA και της Σύμβασης για τη Βιοποικιλότητα. Τέλος, πρέπει να επιβάλει το δικαίωμα στο σπόρο και τις υποχρεώσεις των κρατών να διευκολύνουν και σέβονται αυτό το δικαίωμα στο πλαίσιο του UNDROP.
Πώς πρέπει να είναι αυτή η αλλαγή;
Υπήρξαν κάποιες βελτιώσεις κατά την τελευταία δεκαετία, ιδίως με τις οδηγίες για τους ερασιτεχνικές ποικιλίες και τις ποικιλίες διατήρησης, και πιο πρόσφατα με τον νέο Κανονισμό Βιολογικής Γεωργίας. Ωστόσο, η βιοποικιλότητα τελικά, εξακολουθεί να περιορίζεται σε γραφειοκρατικές φωλίτσες, καθεμία από τις οποίες συνοδεύεται από τους δικούς της περιορισμούς, και η πολυπλοκότητα του ίδιου του πλαισίου είναι απαγορευτική για πολλούς μικρούς παραγωγούς. Οι κρίσεις του κλίματος και της βιοποικιλότητας, καθώς και οι κοινωνικές, οικονομικές και τεχνολογικές αλλαγές των δεκαετιών που ακολούθησαν την έγκριση των κανόνων κατά τη δεκαετία του 1960, απαιτούν μια θεμελιώδη επανεξέταση.
Μια αναθεωρημένη νομοθεσία για την εμπορία σπόρων πρέπει να υποστηρίζει, αντί να εισάγει διακρίσεις ενάντια στην ποικιλότητα μεταξύ ειδών καθώς και ενάντια στην ποικιλότητα μέσα στα πλαίσια κάθε είδους, υποστηρίζοντας έτσι την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή, τη μετάβαση σε περισσότερο φιλική προς το κλίμα και το περιβάλλον γεωργία, την τοπική παραγωγή σπόρων και τροφίμων, τα δικαιώματα των αγροτών και υγιεινότερες δίαιτες. Πρέπει επίσης να αναγνωρίζει και να υποστηρίζει πραγματικά την πολλαπλότητα των συστημάτων σπόρων, και να προσφέρει περισσότερες επιλογές στο πλήρες φάσμα των αγροτών και των καλλιεργητών.
Για την επίτευξη αυτού του στόχου, κάθε μεταρρύθμιση πρέπει να αναγνωρίζει, να προστατεύει και να ανταμείβει τον κεντρικό ρόλο που διαδραματίζουν τα άτυπα συστήματα σπόρων για τη διατήρηση, την αειφόρο χρήση και τη δυναμική διαχείριση της ποικιλότητας στα αγροκτήματα και στους κήπους καθώς και στην εξασφάλιση της ανθεκτικότητας των συστημάτων διατροφής μας. Πρέπει να διασφαλίζει τη συμμετοχή τη συνεργασία και εκπροσώπηση όλων των τύπων αγροτών, βελτιωτών, καταναλωτών και άλλων παραγόντων της τροφικής αλυσίδας σε ισχύοντα ερευνητικά έργα και σε όλα τα επίπεδα λήψης αποφάσεων. Παράλληλα με την νομοθεσία για την εμπορία σπόρων, η χορήγηση δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας δεν πρέπει να βλάπτει το δικαίωμα στο σπόρο. Όλα τα σχετικά νομικά πλαίσια και η εφαρμογή τους πρέπει να βελτιωθούν για να αποφευχθεί η υπεξαίρεση της ποικιλότητας, ιδίως των μη καταχωρημένων ποικιλιών καλλιεργούμενων φυτών, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης πληροφοριών ψηφιακής ακολουθίας.
Ειδικές προτάσεις για πιθανή μεταρρύθμιση της Νομοθεσίας για την εμπορία σπόρων
Υπό το φως της μελέτης σχετικά με τη νομοθεσία περί εμπορίας σπόρων που ζητήθηκε από το Συμβούλιο Υπουργών τον Νοέμβριο του 2019 και θα δημοσιευθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Απρίλιο του 2021, περιγράφουμε τις γενικές αρχές στις οποίες θα πρέπει να ανταποκρίνεται η νομοθεσία:
- Το πεδίο εφαρμογής της νομοθεσίας για την εμπορία σπόρων πρέπει να οριοθετηθεί με έναν αυστηρό ορισμό της εμπορίας σπόρων προς σπορά, που περιορίζεται σε εμπορικές δραστηριότητες που στοχεύουν σε επαγγελματίες χρήστες σπόρων. Η νομοθεσία για την εμπορία σπόρων δεν θα πρέπει με κανέναν τρόπο να ρυθμίζει τη διατήρηση σε κήπους, την αειφόρο χρήση και τη δυναμική διαχείριση της ποικιλίας των καλλιεργούμενων φυτών, συμπεριλαμβανομένων των ανταλλαγών σπόρων μεταξύ αγροτών και κηπουρών, είτε δωρεάν είτε μόνο επιβαρύνοντας με την επιστροφή εξόδων. Ειδικότερα, δεν πρέπει να υπάρχει μητρώο χειριστών. Τα συστήματα σπόρων αγροτών, όπως κατοχυρώνονται στο UNDROP, πρέπει να είναι εκτός πεδίου εφαρμογής των κανόνων εμπορίας σπόρων.
- Η νομοθεσία περί εμπορίας σπόρων πρέπει να παρέχει ελευθερία επιλογής για τους αγρότες και τους καλλιεργητές, τόσο όσον αφορά τους σπόρους (είδη, ποικιλίες, πληθυσμοί) όσο και όσον αφορά τα πρότυπα παραγωγής.
- Πρέπει να υπάρχει σαφής διάκριση μεταξύ των κανόνων που παρέχουν δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας έναντι νέων φυτικών ποικιλιών και εκείνων που επιτρέπουν την πρόσβαση στην αγορά. Η εγγραφή που βασίζεται σε δοκιμές DUS και VCU, όταν επιλέγεται, πρέπει να είναι προσαρμοσμένη και ανάλογη με τις ανάγκες και τις πραγματικότητες του ποικίλου φάσματος εκείνων που ασχολούνται με τη βελτίωση την ανάπτυξη και τη συντήρηση φυτικών ποικιλιών, καθώς και των πελατών τους.
- Η νομοθεσία πρέπει να διασφαλίζει τη διαφάνεια όσον αφορά τις μεθόδους φυτικής βελτίωσης και τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας για όλους τους σπόρους που διατίθενται στην αγορά.
- Οι κανόνες σχετικά με την υγεία των σπόρων και τους μηχανισμούς ελέγχου ποιότητας πρέπει να προσαρμοστούν στους κινδύνους για την υγεία και στις συγκεκριμένες συνθήκες και την κλίμακα της εμπορίας σπόρων, αναγνωρίζοντας τις διαφορετικές προσδοκίες των χρηστών και των πελατών σπόρων όσον αφορά τα κριτήρια ποιότητας σπόρων.
(μετάφραση Βάσω Κανελλοπούλου)
ΟΙ ΥΠΟΓΡΑΦΟΝΤΕΣ
EU / REGIONAL
Biodynamic Federation Demeter International
European Coordination Via Campesina
Reseau Meuse-Rhin-Moselle
AUSTRIA
Arche Noah
ÖBV-Via Campesina Austria
BELGIUM
Boerenforum
Vitale Rassen
CROATIA
Biovrt-u skladu s prirodom – Biogarden – in harmony with nature)
Croatian Organic Farmers’ Associations Alliance
Život – Association of Croatian family farms
ZMAG – Community Seed Bank
CZECH REPUBLIC
Demeter Czech & Slovakia
Permasemnika
CYRPUS
Cyprus Seed Savers
DENMARK
Demeterforbundet i Danmark
Frøsamlerne – Danish Seed Savers
ESTONIA
Maadjas – Estonian Seed Savers
FRANCE
Demeter France
Mouvement de l’Agriculture Bio-Dynamique
Le Réseau Semences Paysannes
GERMANY
Dachverband Kulturpflanzen- und Nutztiervielfalt e.V.
Getreidezüchtung Peter Kunz
ProSpecieRara
GREECE
Peliti
Aegilops
HUNGARY
Magház – Seed House
IRELAND
Irish Seed Savers Association
ITALY
Associazione per l’Agricoltura Biodinamica in Italia
Demeter Associazione Italia
Rete Semi Rurali
LATIVA
Latvian Permaculture Association
LUXEMBOURG
SEED Luxemburg
MALTA
Nadir for Conservation
NORWAY
Biologisk-dynamisk Forening – Biodynamic Association Norway
POLAND
Foundation AgriNatura for Agricultural Biodiversity
PORTUGAL
GAIA – Environmental Action and Intervention Group
ÖBV-Via Campesina Austria
[1] Η νομοθεσία εφαρμόζεται σε όλα τα φυτικά αναπαραγωγικά και πολλαπλασιαστικά υλικά, τα οποία στο σύνολό τους θα αναφέρονται ως «σπόροι» σε αυτό το έγγραφο.